Κυριακή του Ασώτου

Κ Υ Ρ Ι Α Κ Η   Τ Ο Υ   Α Σ Ω Τ Ο Υ

(Ι Ζ΄   Λ Ο Υ Κ Α)

Λκ. 15, 11 – 32

         Η παραβολή του ασώτου υιού, αγαπητοί μου αδελφοί, έχει χαρακτηρισθεί ως το «ευαγγέλιο του ευαγγελίου», αφού συνοψίζει το θεμελιώδες μήνυμα του χριστιανικού ευαγγελίου: ο Θεός αγαπά πάντοτε τον άνθρωπο και τον περιμένει να επιστρέψει κοντά του. Μάλιστα, η σωστή ονομασία της παραβολής, σύμφωνα με πολλούς ερμηνευτές, είναι παραβολή «του εύσπλαγχνου πατέρα», αφού κύριο πρόσωπο είναι ο πατέρας και η στάση του απέναντι στα παιδιά του. Ο πατέρας σέβεται την ελευθερία των παιδιών του, τους μοιράζει τα υπάρχοντά του, αναμένει εναγωνίως την ωρίμανσή τους, χαίρεται για την επιστροφή τους, τα συγχωρεί και τους προσφέρει τα πάντα.

        Ο Χριστός είπε την παραβολή αυτή ως απάντηση στους Φαρισαίους που τον κατηγορούσαν για τη στάση του έναντι των αμαρτωλών. Η συναναστροφή του Χριστού με αμαρτωλούς και άλλους ανθρώπους, τους οποίους οι Φαρισαίοι απέρριπταν, προκαλούσε την οργή και τον γογγυσμό των Φαρισαίων. Για τον Χριστό, όμως, ο Θεός προσκαλεί και περιμένει κάθε άνθρωπο να κοινωνήσει μαζί του. Ακόμη κι όταν ο άνθρωπος χάνει τον στόχο του, ο Θεός είναι εκεί για να τον βοηθήσει σε μια νέα προσπάθεια, σ’ ένα νέο ξεκίνημα. Όποιος είναι όντως πιστός στον Θεό, οφείλει να δείχνει παρόμοια συμπεριφορά στους συνανθρώπους του.

        Ο μικρότερος γιος της παραβολής νομίζει ότι η παραμονή κοντά στον πατέρα του μειώνει την ελευθερία του. Κι αυτό γιατί δεν έχει κατανοήσει ποιος είναι ο πατέρας του, δεν έχει ακόμη τα κριτήρια μιας αυθεντικής διαπροσωπικής σχέσης. Έτσι, ζητάει το μερίδιό του κι όταν το παίρνει αναχωρεί για χώρα μακρινή, για να βιώσει εκεί την ευτυχία. Τα πράγματα, όμως, διαδραματίζονται εντελώς διαφορετικά, όπως μας διηγήθηκε η παραβολή. Αφού, λοιπόν, περάσει πολλά δεινά και φτάσει σε τραγικό αδιέξοδο, προχωρεί σε μια πρώτη αυτοκριτική. Κατανοεί τις λανθασμένες ενέργειές του και αποφασίζει να επιστρέψει στον πατέρα του, να ζητήσει συγνώμη και να εργασθεί εκεί ως υπηρέτης.

        Επιστρέφοντας στο σπίτι ο νεαρός γιος έρχεται αντιμέτωπος με πολλές εκπλήξεις. Ο πατέρας του δεν τον είχε ποτέ ξεχάσει και περίμενε συνεχώς την επιστροφή του. Πολύ περισσότερο τρέχει, τον υποδέχεται και τον καταφιλεί· δεν τον επιπλήττει, δεν τον αφήνει να ζητήσει τη συγνώμη που λογάριαζε, αλλά δίνει οδηγίες να τον αποκαταστήσουν πλήρως στην προηγούμενή του θέση. Ακόμη, παραθέτει το πιο πλούσιο τραπέζι, προσφέροντας γι’ αυτό το καλύτερο μοσχάρι, ώστε όλοι να χαρούν και να ευφρανθούν για την επιστροφή του. Ως κορωνίδα τού προσφέρει το σύμβολο της κυριότητάς του, το δαχτυλίδι. Ο μικρότερος γιος έχει πάρει τώρα μια γεύση της αγάπης του πατέρα του, τον οποίο δεν είχε κατανοήσει σωστά προηγουμένως.

        Εδώ η παραβολή θα μπορούσε να τελειώσει, αγαπητοί μου αδελφοί, αφού έχει δείξει τη στάση του Θεού απέναντι στον μετανοούντα αμαρτωλό. Αλλά, υπάρχουν κι αυτοί, όπως οι Φαρισαίοι, που διαμαρτύρονται για την πατρική αυτή συμπεριφορά. Διότι κι αυτοί είναι άσωτοι, σπαταλούν ασώτως τη ζωή τους. Ενώ νομίζουν ότι γνωρίζουν τον Θεό, έχουν λανθασμένη εικόνα γι’ αυτόν. Τον θεωρούν έναν αδέκαστο κριτή, που ψυχρά και απρόσωπα κρίνει τις υπαρξιακές αποτυχίες των ανθρώπων καταδικάζοντάς τους στην απελπισία. Γι’ αυτό ο Χριστός συνεχίζει την παραβολή, για να δείξει στους Φαρισαίους ότι καταδικάζοντας τους άλλους, καταδικάζουν και τον εαυτό τους.

        Ενώ, λοιπόν, η χαρά για την επιστροφή του μικρότερου γιου κορυφώνεται, επιστρέφει στο σπίτι από το χωράφι ο μεγαλύτερος γιος. Όταν πληροφορείται από έναν υπηρέτη τα γεγονότα, οργίζεται και αρνείται να εισέλθει στο σπίτι. Όπως έπραξε με τον μικρότερο γιο, ο πατέρας βγαίνει και τον παρακαλεί να εισέλθει. Ο μεγαλύτερος γιος δεν δέχεται, λοιδωρεί μάλιστα τον πατέρα του για την απαράδεκτη συμπεριφορά του. Έτσι, ούτε ο μεγάλος γιος έχει κατανοήσει την αγάπη στην οποία τον προσκαλούσε και τον προσκαλεί ο πατέρας του. Δεν έχει καταλάβει ότι ο πατέρας κάθε στιγμή του προσφέρει τα πάντα. Αποτυγχάνοντας, λοιπόν, να βιώσει την αληθινή υιότητα ο μεγάλος γιος, αποτυγχάνει να ζήσει και την αδελφότητα: όχι τυχαία, καλεί τον μικρότερο γιο όχι αδελφό του, αλλά γιο του πατέρα του. Ο πατέρας, όμως, τον προσκαλεί να χαρεί, επειδή ο αδελφός του κατάφερε να επιστρέψει· τον προσκαλεί να χαρεί, επειδή ένας άνθρωπος κατανοεί τα λάθη του, μετανοεί και κάνει διορθωτικές κινήσεις.

        Ο Θεός ως πατέρας όλων των ανθρώπων, αγαπητοί μου, καλεί τους πάντες σε κοινωνία αγάπης μαζί του. Όποια αμαρτία κι αν διαπράξει ο άνθρωπος, όταν μετανοήσει και ζητήσει συγχώρεση ο Θεός τον συγχωρεί. Συνεπώς, χειρότερη κατάσταση είναι η απελπισία, η αντίληψη ότι ο Θεός δεν συγχωρεί τον άνθρωπο, ότι τον εγκαταλείπει, παρά η διάπραξη της αμαρτίας. Πολύ όμορφα το διατυπώνει αυτό ο όσιος Νείλος ο ασκητής: «το μεν ουν αμαρτήσαι ανθρώπινον υπάρχει, το δε απελπίσαι σατανικόν και πανωλέθριον».

        «Ο Θεός είναι αγάπη» (Α΄ Ιω. 4, 16), γι’ αυτό προσκαλεί κάθε άνθρωπο να γευθεί την αγάπη αυτή. Η αρνητική ανταπόκρισή μας στην πρόσκληση αγάπης, που μας απευθύνει ο Θεός, μας εισάγει στην εμπειρία της κόλασης. Εάν δεν θεωρούμε τον Θεό πατέρα μας και τον συνάνθρωπο αδελφό μας, τότε κλεινόμαστε στη μοναξιά, την απομόνωση, την έσχατη δυστυχία. Κι αυτό δεν είναι τιμωρία του Θεού, αλλά αυτοτιμωρία. Ενώ είμαστε πλασμένοι να αγαπάμε και να αγαπιόμαστε, συσπειρωνόμαστε στο εγώ, στερώντας έτσι τον εαυτό μας από την ευφρόσυνη παρουσία των άλλων. Ο     Θεός-πατέρας καλεί όλα τα τέκνα του να χαρούν στην κοινότητα της ζωής. Όποιος αρνείται, καταδικάζει τον εαυτό του στην κόλαση. Όπως αριστοτεχνικά το συνόψισε ο Ντοστογιέφσκι στο αριστούργημά του  Αδελφοί Καραμάζοφ, «κόλαση είναι το μαρτύριο του να μην αγαπάς». Και την κόλαση αυτή γεύεται καθημερινά ο εγωιστής άνθρωπος.

        Αντίθετα, η θετική ανταπόκρισή μας στην πρόσκληση αγάπης, που μας απευθύνει ο Θεός, μας εισάγει στην εμπειρία του παραδείσου. Παράδεισος είναι η αρμονική κοινωνία με τους άλλους, που επιφέρει την ψυχική ενότητα και γαλήνη, τη φιλική παρουσία και συμπόρευση, τη γλυκύτητα της ζωής. Παράδεισος είναι το να αγαπάς και να αγαπιέσαι, η ζωή που λαμπρύνεται και αγλαΐζεται όταν δίνεσαι στον Άλλον – στον Χριστό δηλαδή –  και στους άλλους.

        Η υποδοχή και η αποδοχή της αγάπης, αδελφοί μου, είναι ζωή, παράδεισος· η αντίκρουση και η άρνησή της είναι θάνατος, κόλαση. Η επιλογή είναι δική μας!

Βιβλιογραφία:

Σταύρος Σ. Φωτίου, Ορθόδοξα μηνύνατα, εκδ. Αρμός, Αθήνα 2014,         σσ. 142 – 149.

                 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *